Ο κορμός του Μπελβεντέρε που συγκλόνισε τον Μιχαήλ Άγγελο

στις

Αν αυτό το αριστουργηματικό μαρμάρινο γλυπτό της αρχαιότητας σας θυμίζει έντονα φιγούρες από την Καπέλα Σιστίνα που «σμίλεψε» με… πινέλο ο Μιχαήλ Άγγελος δεν έχετε άδικο. Ο αντρικός αυτός κορμός ύψους 1.59 μ. που κατάφερε να διασωθεί από τις αποκαταστάσεις αρχαίων έργων που αποτελούσαν τον κανόνα στην Αναγέννηση, γνωστός ως «Κορμός Μπελβεντέρε» άσκησε τεράστια επίδραση στους καλλιτέχνες της εποχής και κυρίως στον μαέστρο Μπουοναρότι.

Η επίδραση του κορμού του Μπελβεντέρε στα Ignudi του Μιχαήλ Αγγέλου στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα είναι εύκολα αναγνωρίσιμη

Το μαρτυρούν οι φιγούρες των Ignudi, των αντρικών γυμνών, στην οροφή του θρυλικού παρεκκλησιού του Πάπα Σίξτου IV (διαβάστε περισσότερα εδώ) όπως επίσης η φιγούρα του Αγίου Βαρθολομαίου και του Ιησού στη «Δευτέρα Παρουσία» που φιλοτέχνησε ο Μιχαήλ Άγγελος γέρος πια επιστρέφοντας για δεύτερη φορά στην Καπέλα Σιστίνα. Ο ίδιος άλλωστε ήταν εκείνος που απαίτησε να παραμείνει o κορμός όπως βρέθηκε, ένα ακέφαλο άγαλμα γυμνού άνδρα, χωρίς πόδια και χέρια, καθισμένο πάνω σε προβιά. Το έργο που χρονολογείται το δεύτερο μισό 1ου π.Χ. αιώνα και αποτελούσε σύμφωνα με τον Βαζάρι μια από τις πιο «διάσημες αρχαιότητες» μαζί με τον Λαοκόωντα και τον Απόλλωνα του Μπελβεντέρε, που επίσης βρίσκονταν στην υπαίθρια γλυπτοθήκη του Cortile del Belvedere μέσα στο Βατικανό δεν είναι γνωστό ούτε που ούτε πότε ανακαλύφθηκε. Γνωρίζουμε ότι βρίσκονταν στη Συλλογή του Καρδιναλίου Πρόσπερο Κολώνα στο Palazzo του στο Monte Cavallo στη Ρώμη στο διάστημα μεταξύ 1432 και 1435 και μεταφέρθηκε στο Βατικανό γύρω στα 1523 (διαβάστε περισσότερα εδώ).

Λέγεται πως όταν ο Πάπας Ιούλιος ΙΙ ζήτησε από το Μιχαήλ Άγγελο να αποκαταστήσει το έργο, όπως γίνονταν κατά κανόνα εκείνη την εποχή, προσθέτοντας του χέρια, πόδια και κεφάλι, ο μεγάλος καλλιτέχνης του απάντησε ότι ήταν τόσο όμορφο που δεν μπορούσε να παρέμβει.

Άγνωστες παραμένουν επίσης οι συνθήκες κατά της οποίες άλλαξε το ιδιοκτησιακό του καθεστώς και βρέθηκε στο Cortile del Belvedere του Βατικανού μαζί με τον Απόλλωνα Μπελβεντέρε και άλλες αρχαιότητες όπως το διάσημο σύμπλεγμα του Λαοκόωντα το οποίο ήρθε στο φως την Τετάρτη 14 Ιανουαρίου του 1506 στον αμπελώνα του Φελίς ντε Φρεντις κοντά στη Santa Maria Maggiore της Ρώμης. Ήδη από την περίοδο εκείνη το γλυπτό περιγράφονταν ως καθιστός Ηρακλής ενώ αντίγραφα του κυρίως μικρά μπρούτζινα κυκλοφορούσαν στους καλλιτεχνικούς κύκλους όλο το 16ο αιώνα καθώς και σχέδια που «ταξίδευαν» ανά την Ευρώπη κάνοντας γνωστό το γλυπτό και σε εκείνους που δεν είχαν τη δυνατότητα να επισκεφθούν την Αιώνια Πόλη. Το ότι παρέμεινε όπως ακριβώς ανακαλύφθηκε χωρίς αποκαταστάσεις συνέβαλε τα μέγιστα στη φήμη του αναγνωρισμένου ούτως η άλλως ως ενός από τα κορυφαία αριστουργήματα της Ελληνορωμαϊκής τέχνης και δη υπογεγραμμένου : «Απολλώνιος Νέστορος Αθεναίος εποίει». Η υπογραφή του Αθηναίου Απολλώνιου, γιου του Νέστωρα είναι χαραγμένη στο λίθινο υποστήριγμα του κορμού ο οποίος σύμφωνα με τους αρχαιολόγους αποτελεί αντίγραφο ενός έργου του πρώτου μισού του 2ου π.Χ. αιώνα πιθανότατα χάλκινου.

Ο Κορμός του Μπελβεντέρε άσκησε καταλυτικό ρόλο στην φιλοτέχνηση από τον Μιχαήλ Άγγελο των γυμνών αντρικών κυρίως μορφών γνωστών ως Ignudi στην οροφή του παρεκκλησίου του Πάπα Σίξτου IV (Καπέλα Σιστίνα)

Όπως και ο Λαοκόωντας αποτελεί ένα κομβικό σημείο για τη γλυπτική που δικαίως άσκησε τόσο μεγάλη επίδραση στους καλλιτέχνες της Αναγέννησης και κυρίως στο Μιχαήλ Άγγελο. Όσο για την ταυτότητα του η πιο δημοφιλής υπόθεση ήδη από το 16ο αιώνα είναι ότι ο κορμός αναπαριστούσε τον Ηρακλή ωστόσο υπάρχουν πολλές άλλες υποθέσεις που παραπέμπουν στον Προμηθέα, στο Θεό Άρη και άλλους. Το contrapposto, η αντίρροπη ή χιαστί στάση του σώματος και ο ρεαλισμός των μυών επέδρασε καταλυτικά στην τέχνη της Αναγέννησης, αλλά και στους Μανιεριστές καλλιτέχνες ή εκείνους του Μπαρόκ. Από τους πιο γνωστούς ήταν ο Μιχαήλ Άγγελος και ο Ραφαήλ με τους ακολούθους τους. Λέγεται μάλιστα ότι όταν ο Πάπας Ιούλιος ΙΙ ζήτησε από το Μιχαήλ Άγγελο να αποκαταστήσει το έργο, όπως γίνονταν κατά κανόνα εκείνη την εποχή, προσθέτοντας του χέρια, πόδια και κεφάλι, ο μεγάλος καλλιτέχνης του απάντησε ότι ήταν τόσο όμορφο που δεν μπορούσε να παρέμβει.