Η ιερή και ερωτική «έκσταση», το απόλυτο αριστούργημα του Μπερνίνι

Διασχίζοντας τις πύλες της Santa Maria della Vittoria της Ρώμης, της «Παναγίας της νίκης» τίποτα δεν σε προϊδεάζει ότι θα συναντήσεις μπροστά σου αυτό που έχει χαρακτηριστεί –και δικαίως- το «υπέρτατο αριστούργημα», του μαέστρου του μπαρόκ, του Τζιαν Λορέντζο Μπερνίνι. Ακόμα και αν είσαι υποψιασμένος ότι θα βρεις μεταξύ των άλλων έργων τέχνης μπροστά σου την «Έκσταση της Αγίας Τερέζας», για την οποία τόσα έχουν γραφτεί και ειπωθεί τίποτα δεν μπορεί να σε προετοιμάσει για την «εκρηκτική» συνάντηση με τη μεγαλοφυία του Μπερνίνι, για τη «μαγική» δύναμη του να δίνει ζωή στο μάρμαρο, για τη διήγηση ενός θαύματος που έχει προκαλέσει τόσες και τόσες συζητήσεις, για το «κάδρο» μιας ολόκληρης εποχής.

Το αριστούργημα που φιλοτεχνήθηκε μεταξύ 1647 και 1652 αποτελεί στην πραγματικότητα μια θεατρική γλυπτική σύνθεση με κυρίαρχη την παράσταση της «Έκστασης» μέσα σε μια υπερυψωμένη aedicula (διαβάστε περισσότερα εδώ) στο παρεκκλήσι της οικογένειας των Κορνάρων. Ο Μπερνίνι αναπαριστά την θρυλική έκσταση της Αγίας Τερέζας της Άβιλας, μιας Ισπανίδας συγγραφέας και μοναχής που έζησε στην Άβιλα της Ισπανίας τον 16ο αιώνα και μεταξύ άλλων έγινε γνωστή για τις εκστάσεις στις οποίες έπεφτε και τα «πνευματικά» ταξίδια σε διάφορα μέρη. Οσιοποιήθηκε το 1614 και Αγιοποιήθηκε το 1622 με την πιο γνωστή έκσταση της, εκείνη όταν ένας άγγελος εμφανίστηκε μπροστά της και τη λόγχισε.

Η περιγραφή της έκστασης από την ίδια στο αυτοβιογραφικό της έργο έχει δώσει –εύγλωττα- λαβή σε περιγραφή που ταιριάζει περισσότερο με την ανάμνηση μιας ερωτικής πράξης: «Είδα στα χέρια του (ενός αγγέλου), μια μακριά χρυσή ρομφαία, και στην μεταλλική άκρη της κάτι που έμοιαζε με μια μικρή φωτιά. Μου φάνηκε ότι με τρύπησε πολλές φορές στην καρδιά και με διαπέρασε μέχρι τα σωθικά μου. Όταν την τράβηξε έξω με άφησε να φλέγομαι με έναν μεγάλο έρωτα προς τον Θεό. Ο πόνος ήταν τόσο δυνατός ώστε με έκανε να βογκάω, και η γλυκύτητα του τόσο κατακλυσμική, που παρακαλούσα να μην τελειώσει». Φυσικά η περιγραφή αυτή δεν θα ήταν δυνατόν να μην αποτυπωθεί με τη μαγική σμίλη του Μπερνίνι που δίνει στον αρχάγγελο αυτό το πονηρό- όλο νόημα- χαμόγελο καθώς ετοιμάζει το δόρυ του ανασηκώνοντας ελαφρά το γεμάτο πτυχώσεις ρούχο της πρώτης Αγίας του Τάγματος των Καρμηλιτών η οποία έχει κατακλυστεί από έσταση. Σχεδόν λιπόθυμη πάνω σε ένα σύννεφο γίνεται αποδέκτης της υπερβατικής εμπειρίας την οποία παρακολουθούν από δυο αντικρυστούς εξώστες – σαν εκείνους ενός θεάτρου- τα μέλη της οικογένειας Κορνάρο (των Κορνάρων) που συζητούν τα δρώμενα, ενώ ο χώρος πίσω από τον Άγγελο και την Αγία πλημμυρίζεται από το φυσικό φως που μπαίνει από ένα κρυφό παράθυρο και τις υπέρλαμπρες χρυσές ακτίνες που έχουν ερμηνευτεί ως αλληγορία του Αγίου Πνεύματος.

Η ενέργεια που πηγάζει από τον πίνακα και διαχέεται στο χώρο είναι μοναδική. Οι κινήσεις γεμάτες συναίσθημα και ένταση. Από τον τρόπο με τον οποίο ο Άγγελος υψώνει το δόρυ του μέχρι την Αγία που ετοιμάζεται για την υπέρτατη εμπειρία ακόμα και το ίδιο το ρούχο της που μοιάζει να πάλλεται με τις απίστευτες πτυχώσεις.

Ο Μπερνίνι στο αποκορύφωμα της καριέρας του μεγαλουργεί. Αυτή τη φορά χωρίς τις Παπικές ευλογίες καθώς ο Ιννοκέντιος X (κατά κόσμον Τζιοβάνι Μπατίστα Παμφίλι) δεν ακολούθησε την ευνοϊκή προς τον Μπερνίνι τακτική του προκατόχου του, Πάπα Ουρβανού VIII, κατά κόσμον Μαφφέο Βιτσέντζο της γνωστής οικογένειας των Μπαρμπερίνι (διαβάστε περισσότερα εδώ) του οποίου ο καλλιτέχνης υπήρξε ευνοούμενος. Αιτία ήταν τόσο τα δυσχερή οικονομικά του Βατικανού όσο και το φιάσκο με το καμπαναριό που είχε σχεδιάσει ο Μπερνίνι για την πρόσοψη του Αγίου Πέτρου. Έτσι ο Μπερνίνι στράφηκε προς τον Φεντερίκο Κορνάρο, καρδινάλιο της Βενετίας ο οποίος και τον στήριξε ζητώντας μάλιστα από τον καλλιτέχνη να φιλοτεχνήσει αυτό που θα «αναγορεύονταν» ως το απόλυτο αριστούργημα του και να το τοποθετήσει στον άσημο ως τα τότε ναό του Τάγματος των Ανυπόδητων Καρμηλιτών όπου και επιθυμούσε να ταφεί. Η παραγγελία δόθηκε στα 1647 και το έργο προορίζονταν να αντικαταστήσει ένα προγενέστερο γλυπτό που αναπαριστούσε τον Άγιο Παύλο σε έκσταση. Η επιλογή του θέματος με την έκσταση της Αγίας Τερέζας, σχετίζονταν τόσο με το τάγμα όσο και με το γεγονός ότι λίγα χρόνια πριν στα 1622 είχε Αγιοποιηθεί για πρώτη φορά μια γυναίκα από τους Καρμηλίτες.

Ο Μπερνίνι επιλέγει να τοποθετήσει σε αντικρυστούς θεατρικούς εξώστες τον ίδιο τον Καρδινάλιο όπως και το Δόγη Ιωάννη Ι Κορνάρο μεταξύ των μελών της τιμώμενης οικογένειας πολλοί από τους οποίους ήταν Καρδινάλιοι. Η αρχιτεκτονική με την οποία συμπληρώνει τη διακόσμηση του χώρου είναι εξίσου επιβλητική κάνοντας ακόμα πιο μεγαλοπρεπή τη σκηνογραφία. Οι μορφές είναι σμιλεμένες σε λευκό μάρμαρο, ενώ προβάλλονται πάνω στον εντοιχισμένο με πολύχρωμα μάρμαρα, χώρο, υλικό με το οποίο έχουν κατασκευαστεί και οι κίονες οι οποίοι ορίζουν το χώρο της κεντρικής παράστασης.

Το γεγονός της κοσμικότητας των πατρόνων του έργου του Μπερνίνι σε αντίθεση με την παράσταση που ακροβατεί μεταξύ ουρανού και γης έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις και αναλύσεις όπως βεβαίως και στο σύνολο του το μοναδικό αυτό έργο. Όμως η ίδια η δραματικότητα, η ένταση, η θεατρικότητα, δεν είναι από τα βασικά χαρακτηριστικά του μπαρόκ; Εκείνα που απογειώνονται στα χέρια του μεγάλου μαέστρου;

H αρχική ιδέα του Μπερνίνι δεν διέφερε από το τελικό αποτέλεσμα όπως διαπιστώνεται από ένα πήλινο πρόπλασμα μόλις 47 εκατοστών που βρίσκεται στη συλλογή του Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη.

«Είδα στα χέρια του (ενός αγγέλου), μια μακριά χρυσή ρομφαία, και στην μεταλλική άκρη της κάτι που έμοιαζε με μια μικρή φωτιά. Μου φάνηκε ότι με τρύπησε πολλές φορές στην καρδιά και με διαπέρασε μέχρι τα σωθικά μου. Όταν την τράβηξε έξω με άφησε να φλέγομαι με έναν μεγάλο έρωτα προς τον Θεό. Ο πόνος ήταν τόσο δυνατός ώστε με έκανε να βογκάω, και η γλυκύτητα του τόσο κατακλυσμική, που παρακαλούσα να μην τελειώσει».

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μπερνίνι πληρώθηκε για το έργο 12.000 σκούδα αδιανόητο ποσό για έργο τέχνης εκείνη την εποχή, που σύμφωνα με τους μελετητές αντιστοιχεί σε περίπου 120.000 σημερινά δολάρια. Η ενέργεια που πηγάζει από τον πίνακα και διαχέεται στο χώρο είναι μοναδική.

Οι κινήσεις γεμάτες συναίσθημα και ένταση. Από τον τρόπο με τον οποίο ο Άγγελος υψώνει το δόρυ του μέχρι την Αγία που ετοιμάζεται για την υπέρτατη εμπειρία ακόμα και το ίδιο το ρούχο της που μοιάζει να πάλλεται με τις απίστευτες πτυχώσεις. Ένα εν εξελίξει δράμα που μόνο ο Μπερνίνι θα μπορούσε να αποδώσει με τέτοια μαεστρία και θεατρική διήγηση. Και μάλιστα με τέτοια δύναμη που ήδη από την αποκάλυψη του έργου στα μάτια του κοινού χαρακτηρίστηκε ως η καλύτερη δουλειά του.

*O Σταύρος Μουντουφάρης είναι διπλωματούχος ξεναγός και αρχαιολόγος.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των άρθρων ή μέρους τους χωρίς την έγγραφη άδεια του συντάκτη

Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας

Σχολιάστε