«Και συ τέκνον Βρούτε», οι τελευταίες λέξεις του Ιουλίου Καίσαρα

Το άγαλμα του Ιουλίου Καίσαρα στη Ρωμαϊκή Αγορά, το Foro Romano.

Πασίγνωστος, κυρίως λόγω της τραγικής μοίρας του, δημοφιλής μέσω και των ιστορικών φράσεων που του αποδίδονται και έχουν αποκτήσει ένα διαχρονικό χαρακτήρα και από τους βασικούς πρωταγωνιστές στις περιπέτειες του Γαλάτη Αστερίξ, ο Ιούλιος Καίσαρας είναι από τις πιο σημαντικές μορφές της Ρωμαϊκής και της παγκόσμιας ιστορίας. Ο «πατέρας» του alea jacta est (ο κύβος ερρίφθη) ο ηγέτης που διέσχισε το Ρουβικώνα, γεννώντας μια έκφραση που για αιώνες αναπαράγεται κατά κόρον, ο Divus Iulius ή Θεϊκός Ιούλιος, ή ο Gaius Iulius Gaii filius Gaii nepos Caesar Patris Patriae όπως ήταν το πλήρες όνομα του έπεφτε νεκρός στην Κουρία, στην καρδιά της Ρωμαϊκής Αγοράς, του Foro Romano, στις 15 Μαρτίου του 44 π.Χ. μαχαιρωμένος από 60 συνωμότες γερουσιαστές με ηγέτη τον Μάρκο Ιούνιο Βρούτο μαζί με τον Κάσιο Λογγίνο, που στόχο είχαν να ανακόψουν τη συγκέντρωση των εξουσιών στο πρόσωπο του. Σύμφωνα με τον Σουητώνιο, τα τελευταία του λόγια ήταν προς τον Βρούτο με την κλασική φράση «και συ τέκνον». Η δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα, προς τιμήν του οποίου ο Αύγουστος, με απόφαση της ρωμαϊκής Συγκλήτου «βάπτισε» με το όνομα του τον μήνα που βρίσκεται στην καρδιά του καλοκαιριού, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την τύχη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Για όσους έχουν δει την πραγματικά εντυπωσιακή τηλεοπτική σειρά Rome κάποια στοιχεία της ιστορίας είναι ήδη γνωστά. Αν και η μυθοπλασία είχε τον αυτονόητο ρόλο της το γενικό πλαίσιο δεν απείχε πολύ από την ιστορική πραγματικότητα. Επίσης για τους λάτρεις της Ρώμης από τα πιο γνωστά σημεία της Ρωμαϊκής Αγοράς, του Foro Romano είναι το άγαλμα του Ιούλιου Καίσαρα κοντά στο σημείο της δολοφονίας του το οποίο έχει ταυτιστεί στα ερείπια της Αγοράς που είναι δύσκολα αναγνωρίσιμα πλέον χωρίς κάποιον αναλυτικό χάρτη ή τις απαραίτητες αναπαραστάσεις.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει η αναφορά του Πλούταρχου ότι ο Καίσαρας ξεψύχησε είτε επειδή τον έσυραν εκεί οι συνωμότες, είτε επειδή ο ίδιος ξεψυχώντας κατάφερε να φτάσει ως τα ’κει, μπροστά στον ανδριάντα του Πομπηίου, του μεγάλου του αντιπάλου στον Εμφύλιο, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο λες και έπαιρνε την εκδίκησή του.

Η αυλαία στη ζωή του Ιουλίου Καίσαρα ήταν γεμάτη από οιωνούς που έχουν αφήσει το δικό τους στίγμα στην έκβαση των γεγονότων. Το πιο γνωστό «σημάδι της μοίρας» αποκαλύφθηκε το βράδυ της 14ης Μαρτίου, λίγες ώρες πριν τη μοιραία στιγμή, σε ένα συμπόσιο στο σπίτι του. Εκεί όταν ο Καίσαρας ρωτήθηκε από το φίλο του Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο για το ποιο είδος θανάτου είναι το καλύτερο, είχε απαντήσει «από κάθε άλλο θάνατο προτιμώ τον απροσδόκητο». Δεν είναι σαφές αν επρόκειτο απλά για την ειρωνεία της τύχης, ή για κάτι πιο σημαντικό όπως μια απόπειρα προειδοποίησης, την οποία ο Καίσαρας αγνόησε. Δεν ίσχυσε το ίδιο όμως με το όνειρο που του διηγήθηκε ότι είχε δει η σύζυγός του, η Καλπουρνία, το ίδιο εκείνο βράδυ, πως τον είχε αντικρίσει δολοφονημένο και αγκάλιαζε το πτώμα του, ενώ κατέρρεε η οροφή του σπιτιού. Ο Ιούλιος φαίνεται ότι ανησύχησε, ακούγοντας τη διήγηση του ονείρου, παρά την τακτική του να αγνοεί τέτοια σημάδια, και ζήτησε από οιωνοσκόπους να «διαβάσουν» τους οιωνούς. Η απάντησή τους θύμισε στον Καίσαρα μια προειδοποίηση από τον οιωνοσκόπο Σπουρίννα πριν από κάποιες μέρες, να προσέχει έναν κίνδυνο όχι μετά από τις «Ειδούς του Μαρτίου». Ο Καίσαρας προβληματισμένος, φαίνεται ότι ήταν έτοιμος να ακυρώσει τη συνεδρίαση της Συγκλήτου, όμως ο Βρούτος εμφανίστηκε εκείνη τη στιγμή σπίτι του καθησυχάζοντάς τον. Ο Ιούλιος πείστηκε ότι δε θα ήταν σωστό να μην παρευρεθεί στη συνεδρίαση της Συγκλήτου και, συνοδευόμενος από τον ίδιο τον Βρούτο, ξεκίνησε την μοιραία διαδρομή.

Η ίδια η μέρα είχε τη δική της πινελιά να προσθέσει στη δυσοίωνη σημειολογία καθώς επρόκειτο για την κακότυχη Idus Martii ή Idus Martiae («oι Ειδοί του Μαρτίου») στην οποία είχε αναφερθεί ο Σπουρίννας. Η μέρα αυτή ήταν αργία για τους Ρωμαίους και είχε αφιερωθεί στο θεό Άρη. Εκτός από την ερώτηση του Μάρκου Αιμίλιου Λέπιδου που θεωρήθηκε ως απόπειρα προειδοποίησης στο Καίσαρα κάτι αντίστοιχο θεωρείται το στιγμιότυπο με το σκλάβο που πήγε στο σπίτι του, ζητώντας να περιμένει εκεί τον Καίσαρα που είχε μόλις αναχωρήσει, γιατί είχε κάτι πολύ σημαντικό να του ανακοινώσει.

To σημείο όπου θεωρείται ότι δολοφονήθηκε ο Ιούλιος Καίσαρας στις 15 Μαρτίου 44 π.Χ.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, καθώς ο κόσμος επευφημούσε τον Καίσαρα στη διαδρομή προς την Κουρία, (διαβάστε περισσότερα εδώ) κατάφερε να τον πλησιάσει ο Έλληνας σοφιστής και δάσκαλος των Ελληνικών, ο Αρτεμίδωρος ο Κνίδιος, παραδίδοντάς του ένα σημείωμα, το οποίο ωστόσο μέσα στο συνωστισμό παρέλειψε να διαβάσει ο Καίσαρας. Την πληροφορία μεταφέρει ο Πλούταρχος, αλλά και ο Αππιανός, ο οποίος όμως δίνει μια διαφορετική εκδοχή, ότι ο Αρτεμίδωρος έφτασε στην Κουρία μετά τη δολοφονία. Ενδιαφέρουσα είναι επίσης, η αναφορά πως ο Καίσαρας κατάφερε μέσα στο συγκεντρωμένο πλήθος να ξεχωρίσει τον οιωνοσκόπο Σπουρίννα, που τον είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους που του επιφύλασσαν οι «Ειδοί του Μαρτίου». Ο Καίσαρας φαίνεται ότι, θέλοντας να τον κοροϊδέψει για τη λαθεμένη πρόβλεψη, του είπε: «Είναι οι Ειδοί του Μαρτίου και δε μου έχει συμβεί τίποτα!». Λαμβάνοντας την απάντηση από τον Σπουρίννα: «Ναι, αλλά δεν έχουν ακόμα περάσει!».

Την τελευταία από τις συνολικά 23 μαχαιριές που καταμετρήθηκαν στο σώμα του Καίσαρα έριξε ο Βρούτος στη βουβωνική χώρα, με το διάσημο γιατρό Αντίστιο, ο οποίος εξέτασε το πτώμα, να εκτιμά ότι το μόνο θανάσιμο χτύπημα ήταν η μαχαιριά που δέχτηκε στο στήθος.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν αρχαίοι συγγραφείς και κυρίως ο Πλούταρχος και ο Σουητώνιος, μόλις ο Ιούλιος Καίσαρας μπήκε στο αίθριο οι συνωμότες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, η μία από τις οποίες βρέθηκε μπροστά του και η άλλη γύρω από το έδρανο όπου καθόταν ο Ιούλιος.

H δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα. Έργο του Βιτσέντζο Καμουτσίνι (1806) Museo Nazionale di Capodimonte, Νάπολη.

Πάντα σύμφωνα με τις πηγές, ο Τίλλιος Κίμβρος με την υποστήριξη πολλών συγκλητικών ικέτευσε τον Καίσαρα να επιτρέψει την επιστροφή του αδερφού του από την εξορία και, όταν εκείνος αρνήθηκε, οργισμένος τράβηξε με δύναμη με τα δύο χέρια του την τήβεννο του Καίσαρα, δίνοντας το σύνθημα για να ξεκινήσει η επίθεση. Την πρώτη μαχαιριά έριξε ο Κάσκας στο λαιμό, όμως το τραύμα δεν ήταν θανάσιμο. Μάλιστα ο Καίσαρας άρπαξε το μαχαίρι και τον ρώτησε «τι κάνεις;». Εκείνος τρομαγμένος ζήτησε βοήθεια από τους συντρόφους του, οι οποίοι, ο ένας μετά τον άλλο, άρχισαν να χτυπούν τον Ιούλιο σε κάθε σημείο του σώματός του.

H δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα. Έργο του Heinrich Friedrich Füger, (1815) Κρατικό Ιστορικό Μουσείο Βιένης.

Την τελευταία από τις συνολικά 23 μαχαιριές που καταμετρήθηκαν στο σώμα του Καίσαρα έριξε ο Βρούτος στη βουβωνική χώρα, με το διάσημο γιατρό Αντίστιο, ο οποίος εξέτασε το πτώμα, να εκτιμά ότι το μόνο θανάσιμο χτύπημα ήταν η μαχαιριά που δέχτηκε στο στήθος. Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει η αναφορά του Πλούταρχου ότι ο Καίσαρας ξεψύχησε είτε επειδή τον έσυραν εκεί οι συνωμότες, είτε επειδή ο ίδιος ξεψυχώντας κατάφερε να φτάσει ως τα ’κει, μπροστά στον ανδριάντα του Πομπηίου, του μεγάλου του αντιπάλου στον Εμφύλιο, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο λες και έπαιρνε την εκδίκησή του.

Ο «πατέρας» του alea jacta est (ο κύβος ερρίφθη) ο ηγέτης που διέσχισε το Ρουβικώνα, γεννώντας μια έκφραση που για αιώνες αναπαράγεται κατά κόρον, ο Divus Iulius ή Θεϊκός Ιούλιος, ή ο Gaius Iulius Gaii filius Gaii nepos Caesar Patris Patriae όπως ήταν το πλήρες όνομα του έπεφτε νεκρός στην Κουρία, στην καρδιά της Ρωμαϊκής Αγοράς, του Foro Romano, στις 15 Μαρτίου του 44 π.Χ. μαχαιρωμένος από 60 συνωμότες γερουσιαστές με ηγέτη τον Μάρκο Ιούνιο Βρούτο μαζί με τον Κάσιο Λογγίνο, που στόχο είχαν να ανακόψουν τη συγκέντρωση των εξουσιών στο πρόσωπο του.

Η δολοφονία του Καίσαρα προκάλεσε την οργή του λαού, ο οποίος εξεγέρθηκε εναντίον των συνωμοτών. Κυρίαρχος της κατάστασης, ο Μάρκος Αντώνιος δέχτηκε την πρόταση του Κικέρωνα για χορήγηση γενικής αμνηστίας και διόρισε έπαρχους τον Βρούτο και τον Κάσσιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου. Σε κίνηση ομόνοιας, ο Αντώνιος ζήτησε να ταφεί με τιμές ο Καίσαρας και διάβασε στον επικήδειο τη διαθήκη του, κάνοντας όμως το λάθος να ξεσκεπάσει το πτώμα, αποκαλύπτοντας τις πληγές από τις μαχαιριές, γεγονός που εξόργισε τους Ρωμαίους. Οι συνωμότες μέχρι να ξεσπάσει η οργή του λαού κατέφυγαν στο Άντιο, ενώ στη Ρώμη η Σύγκλητος καλούσε τον ανιψιό, θετό γιο αλλά και κληρονόμο του Καίσαρα, τον Οκταβιανό, ο οποίος θα γινόταν αργότερα ο αυτοκράτορας Αύγουστος (διαβάστε περισσότερα εδώ). Ο Καίσαρας έχει μείνει στην ιστορία όχι μόνο για την τραγική του μοίρα αλλά και για θρυλικές εκφράσεις όπως το «Ο κύβος ερρίφθη» ή Λατινιστί «alea jacta est». Η φράση αυτή ειπώθηκε στις 10 Ιανουαρίου του 49 π.Χ. λίγο πριν ο Ιούλιος Καίσαρας αρχίσει με το στρατό του τη διάβαση της γέφυρας του ποταμού Ρουβικώνα με προορισμό τη Ρώμη, όπου θα συγκρούονταν με τον Πομπήιο, σπάζοντας την παράδοση αιώνων βάση του νόμου που απαγόρευε σε Ρωμαίους στρατηγούς να διαβούν τον ποταμό με τις λεγεώνες τους. Μέτρο το οποίο είχαν προνοήσει οι Ρωμαίοι νομοθέτες ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος εισβολής ή πραξικοπήματος. Το Ιούλιο Καίσαρα μας τον υπενθυμίζει ο μήνας Ιούλιος ο έβδομος μήνας και των δύο ημερολογίων, του Ιουλιανού και του Γρηγοριανού που αρχικά λεγόταν Quintilis, δηλαδή πέμπτος, καθώς ήταν αυτή η θέση του στο αρχαίο ρωμαϊκό ημερολόγιο. Το όνομα αυτό το αντικατέστησε με εκείνο του Ιουλίου Καίσαρα ο Αύγουστος, με απόφαση της ρωμαϊκής Συγκλήτου, και η σχετική ονομασία παραμένει ως σήμερα. Φυσικά η επιλογή δεν ήταν τυχαία, καθώς ο Ιούλιος ήταν ο γενέθλιος μήνας του Καίσαρα.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των άρθρων ή μέρους τους χωρίς την έγγραφη άδεια του συντάκτη

Σχολιάστε