Όταν ο Καραβάτζιο «ζωγράφιζε» τον «Μαύρο Θάνατο»

caravaggio.jpg

Τον Οκτώβριο του 1347 εμπορικά Γενοβέζικα πλοία από το λιμάνι της Κάφφας στη Μαύρη Θάλασσα έδεσαν στη Μεσσήνη της Σικελίας με πλήρωμα ετοιμοθάνατους ναύτες από μια ασθένεια που επρόκειτο να αποτελέσει τη φονικότερη πανδημία για την Ευρώπη, γνωστή ως «Μαύρος Θάνατος». Η πανώλη εξαπλώθηκε με τρομακτικούς ρυθμούς με αποτέλεσμα να πεθάνει το 1/3 του πληθυσμού της γηραιάς ηπείρου λόγω και της έλλειψης απαιτούμενων ιατρικών γνώσεων αλλά και των χείριστων συνθηκών υγιεινής με τα όσα γνωρίζουμε από καταγραφές της εποχής να συνθέτουν ένα σκηνικό φρίκης που εκτυλίσσονταν σχεδόν σε κάθε πόλη της Ευρώπης. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι πτώματα που αποτελούσαν μια ακόμη εστία της πανώλης με τους ανθρώπους να αδυνατούν να θάψουν τα απανωτά θύματα της πανδημίας με αξιοπρέπεια. Ως λύση επελέγησαν οι λεγόμενοι «λάκκοι της πανώλης», ομαδικοί δηλαδή τάφοι στους οποίους πετάγονταν τα πτώματα. Για την εποχή μια κανονική ταφή ενός θύματος του Μαύρου θανάτου αποτελούσε πολυτέλεια με το σκηνικό να έχει περιγραφεί σε αρκετές ιστορικές και λογοτεχνικές καταγραφές του 14ου αιώνα. Και καθώς οι μνήμες παρέμεναν ζωντανές για πολλά ακόμα χρόνια το σκηνικό τρόμου ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες να το εντάξουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στα έργα τους. Ανάμεσα σε αυτούς και ο Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζο πιο γνωστός ως Καραβάτζιο ο οποίος στα 1606 έλαβε μια παραγγελία από τους ιερείς της εκκλησίας του Pio Monte della Misericordia στη Νάπολη για επτά πίνακες που θα απεικόνιζαν τις Sette opere di Misericordia, δηλαδή τις επτά πράξεις του ελέους οι οποίες σύμφωνα με τους καθολικούς αποτελούν μια σειρά από δράσεις αλληλεγγύης προς τους άλλους έχοντας ως σημείο αναφοράς το Ευαγγέλιο του Ματθαίου. Μεταξύ αυτών ήταν και η ταφή των νεκρών, μια πράξη ελέους για την εποχή της πανώλης στην οποία παραπέμπει, σύμφωνα με τους ιστορικούς το στιγμιότυπο που απεικονίζει ο καλλιτέχνης. Ο Καραβάτζιο γνωστός για την άστατη και βίαιη ζωή του όπως σε όλα σχεδόν τα έργα του επέλεξε φιγούρες της καθημερινότητας, ανθρώπους που ζούσαν στους δρόμους, γεγονός που τον έφερε πολλές φορές σε δύσκολη θέση καθώς θεωρούνταν εξαιρετικά ατυχής ως επιλογή για τα θρησκευτικά θέματα που αποτελούσαν την πλειονότητα των παραγγελιών που λάμβανε. Ο μαέστρος των φωτοσκιάσεων, του πασίγνωστου chiaroscuro το οποίο «απογείωσε» με την πινελιά του και σε αυτό, ένα από τα τελευταία έργα της ζωής του, έκανε εκείνο που ήξερε πολύ καλά, αδιαφορώντας για τις αντιδράσεις, συμπυκνώνοντας σε ένα μόνο πίνακα και τις επτά πράξεις αντί για τα αντίστοιχα σε αριθμό έργα που είχαν κατά νου οι ιερείς. Ανάμεσα τους και η ταφή των νεκρών που αποδίδεται αριστουργηματικά σε σκηνικό που αποτελούν οι δρόμοι της Νάπολης.

caravaggio burial.jpg

Εκεί ένας άντρας με πυρσό φωτίζει το δρόμο καθώς ένας νεκρός άντρας μεταφέρεται στην καρδιά της νύχτας προς την τελευταία του κατοικία. To πτώμα είναι τυλιγμένο σε ένα σεντόνι και το μόνο που φαίνεται είναι τα γυμνά του πόδια. Σε αυτό τον πίνακα ο Καραβάτζιο ξεδιπλώνει όλη του τη μαεστρία. Ο ίδιος σαν προσεκτικός παρατηρητής καταγράφει κάθε λεπτομέρεια στέλνοντας τα μηνύματα που επιθυμούσαν να μεταδώσουν οι ιερείς. Εκτός από την ταφή των νεκρών ο μεγάλος καλλιτέχνης αποτυπώνει και τις άλλες πράξεις του ελέους όπως, η παροχή τροφής στους πεινασμένους και νερού στους διψασμένους, η επίσκεψη στους φυλακισμένους, η ένδυση των γυμνών και η στήριξη των αδύναμων, η στέγαση των αστέγων και η επίσκεψη στους ασθενείς με έναν συγκλονιστικό τρόπο σε αυτό το έργο που δομείται πάνω σε μια τέλεια ισορροπία φωτός και σκιάς.

carav1-2-3.jpg

Η επίσκεψη στους φυλακισμένους και η παροχή τροφής στους πεινασμένους παριστάνονται με τον γέροντα Κίμωνα που βρίσκεται στη φυλακή και τον θηλάζει η Περα, η Ρωμαία κόρη του. Ο ίδιος είχε καταδικαστεί σε ασιτία και η γυναίκα τον θήλαζε για να τον σώσει. Σύμφωνα μάλιστα με το σχετικό θρύλο χάρις την πράξη της κόρης του οι αρχές έδωσαν χάρη στον κατάδικο γέροντα.

carav5.jpg

Η ένδυση των γυμνών σκηνογραφείται με έναν ιππότη ο οποίος ταυτίζεται με τον Άγιο Μαρτίνο της Τουλούζης και μοιράζεται το μανδύα του με έναν φτωχό.

carav4.jpg

Για την παροχή νερού στους διψασμένους ο Καραβάτζιο απεικονίζει το Σαμψών στην έρημο του Λεχί ο οποίος χρησιμοποιεί τη γνάθο ενός όνου ως δοχείο για το νερό που του έστειλε ο Θεός.

carav6-7.jpg

Μπροστά του ένας ευγενής δείχνει με το δάχτυλο του το χώρο που θα φιλοξενήσει έναν ταξιδιώτη παραπομπή στην στέγαση των αστέγων.

caravaggio.jpg

Στο πάνω μέρος του πληθωριστικού αυτού πίνακα ύψους περίπου τεσσάρων μέτρων, εκτυλίσσεται μια σκηνή που συνδέει ουρανό και γη με αγγέλους που κατεβαίνουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα από τα ουράνια με τις όλο νεύρο κινήσεις τους να τονίζουν το θεάρεστο έργο που επιτελείται επί γης ενώ στο σύμπλεγμα εικονίζεται και η Παναγία με το Θείο βρέφος που αποτέλεσε απαίτηση των παραγγελιοδόχων ιερέων. Η ίδια η εκκλησία στην οποία παραμένει το έργο αποτελεί μια πράξη ελέους , όπως προσδιορίζει και το όνομα του ναού καθώς η Pio Monte della Misericordia κτίστηκε από επτά φιλάνθρωπους ευγενείς το 1601 που ίδρυσαν και την ομώνυμη αδερφότητα. Δεν εκπλήσσει λοιπόν η επιλογή της θεματικής για αυτό το αριστούργημα που αποτελεί το πιο σημαντικό από τα έργα τέχνης που φιλοξενεί ο ναός και το οποίο μάλιστα ολοκληρώθηκε έξι μόλις χρόνια μετά τα θυρανοίξια του.

carav3.jpg

Ο πίνακας για τον οποίο ο Μερίζι πληρώθηκε 400 δουκάτα, όπως αναφέρει το σχετικό συμβόλαιο που διασώζεται, ξεκίνησε στις 23 Σεπτεμβρίου 1606 και ολοκληρώθηκε στις 9 Ιανουαρίου 1607 αποτελώντας και τον καθρέφτη της προσωπικής τραγωδίας του καλλιτέχνη, που όλη του η ζωή ήταν βυθισμένη στο χάος και την καταστροφή σαν μια τραγική ειρωνεία του ίδιου του chiaroscuro με το προσωπικό του σκοτάδι από τη μια να αναμετριέται με το λαμπερό φως της τέχνης και της μεγαλοφυΐας του, από την άλλη. Ήταν το πρώτο έργο που δημιούργησε ο Καραβάτζιο στη Νάπολη όπου κατέφυγε μετά τη δολοφονία μετά από λογομαχία ενός άντρα, του Ρανούτσιο Τομασσόνι στη Ρώμη, στις 29 Μαϊου 1606 , πράξη που τον μετέτρεψε σε καταζητούμενο. Εκεί φιλοτέχνησε ένα ακόμα από τα αριστουργήματα του, τη μαστίγωση του Χριστού. Το σκηνικό είναι ένας δρόμος έξω από μια ταβέρνα για πολλούς την ίδια όπου έλαβε χώρα η απόπειρα δολοφονίας του τρία χρόνια αργότερα, όταν επέστρεψε εκ νέου στη Νάπολη από τη Μάλτα όπου είχε συνεχίσει τις περιπλανήσεις του. Ο Καραβάτζιο έμεινε στη Νάπολη, κατά την δεύτερη και τελευταία περίοδο παραμονής του στην πόλη, ως το καλοκαίρι του 1610 οπότε κατέφυγε με πλοίο στο Πόρτο Έρκολε, το πιο κοντινό στη Ρώμη, λιμάνι, το οποίο βρίσκονταν τότε στην κατοχή των Ισπανών. Εκεί συνελήφθη με τον ίδιο να εξαγοράζει την ελευθερία του. Είναι και το τελευταίο επιβεβαιωμένο ιστορικό στοιχείο που γνωρίζουμε για τον Καραβάτζιο καθώς έκτοτε χάνονται τα ίχνη του ως τις 28 Ιουλίου οπότε δημοσιεύεται ο θάνατος του, ο οποίος αναφέρεται ότι επήλθε από σοβαρή ασθένεια στις 18 Ιουλίου. Όμως η πληροφορία αυτή αμφισβητείται όπως και εκείνη της ημερομηνίας που ακόμα αποτελούν μυστήριο για τους ειδικούς με τις φήμες από τότε να αναφέρουν ακόμη και την εκδοχή της δολοφονίας του.